(pastoral: ο της υπαίθρου, ο βουκολικός)
Είναι πρώην στιχουργός των Grateful Dead, χοντρός μουσάτος, ντιλετάντης κτηνοτρόφος από το Wyoming, πρώην Ρεπουμπλικάνος. Ένας λόγος να πιστεύω ότι η "κόκκινη Αμερική" που έχω ερωτευτεί - απ'τα γραπτά του Whitman και του Twain, του Kerouac, του Neil Gaiman και τις ταινίες των Κοέν - ίσως και να μην είναι μυθικός τόπος. Περισσότερο απ'όλα όμως ο John Perry Barlow αντιπροσωπεύει για μένα το "βουκολικό" παρελθόν του Ίντερνετ - την εποχή των κυβερνοναυτών και του WELL, του Neuromancer και του "χάκερ κι αστυνόμοι." Aυτά τα μικρά 60s των αρχών της περασμένης δεκαετίας, για τα οποία ο Ντίλαν θα μπορούσε να είχε γράψει "and but for the sky there are no fences facin'."
Παιδιά των αυθεντικών 60s, ο Barlow και οι φίλοι του (ανάμεσα στους οποίους ο ιδρυτής της Lotus, Mitch Kapor και ο αρχετυπικός χάκερ Steve Wozniak) είδαν τότε στο Δίκτυο την προοπτική μιας λειτουργικής αναρχίας, ενός οικοσυστήματος που θα εξελισσόταν οργανικά, απαλλαγμένο από τις κουρασμένες δομές και τους περιορισμούς του πραγματικού κόσμου. Ήταν ένας ενδιαφέρων ιδεολογικός αχταρμάς αυτό το όνειρο με τα πολλά ονόματα. Συμπυκνώνε τον αντικονφορμισμό της εφηβείας τους, τη γλώσσα των υπερβατικών εμπειριών, το πάθος για το (τεχνολογικά) καινούριο, τον ιδεαλισμό της αγοράς και τη μυθολογία της Άγριας Δύσης. Όχημά του το EFF - μια ΜΚΟ ταχείας δικαστικής επέμβασης για την προάσπιση των "θεμελιωδών δικαιωμάτων του κυβερνοχώρου." (Αντιγράφω από το μανιφέστο, που συνέταξε το '96, με το χαρακτηριστικό του οίστρο ο κτηνοτρόφος-ποιητής)
Πριν λίγες μέρες έμαθα ότι ο Barlow έχει blog - δεν αμφέβαλλα ότι θα ήταν ένα από τα πιο καλογραμμένα σε όλο το Δίκτυο. Δύο μόνο κείμενά του αρκούσαν για να με βάλουν στο ρομαντικό τριπάκι. Κάπως έτσι έφτασα στο ψηφιακό σπίτι ενός τεχνο-ιδεαλιστή νεότερης κοπής - από αυτούς που αφήνουν στην άκρη τα υπερβατικά οράματα της ανατολής και προτιμούν να ονειρεύονται σε γλώσσα μηχανής.
Παιδί της "κόκκινης Αμερικής" κι αυτός (γεννημένος στη Ν. Ντακότα), ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Larry Lessig έγινε γνωστός στα τέλη των 90s - για ένα σωστό κι ένα λάθος λόγο. Ο λάθος ήταν η σύντομη εμπλοκή του στη δίκη της Microsoft. Ο σωστός ήταν η συγγραφική του δουλειά.
Το Code and Other Laws of Cyberspace ήταν ένα καμπανάκι κινδύνου για τις ποιοτικές αλλαγές που φέρνει ο κόσμος των bits. Ξεκινώντας από το προβοκατόρικο επιχείρημα του τίτλου, παρουσίαζε τους τρόπους με τους οποίους οι κλειδαριές του κώδικα θα μπορούσαν να ανατρέψουν τις ισορροπίες στο οικοσύστημα της πνευματικής παραγωγής, συγκεντρώνοντας την στους καταλόγους 3-4 μεγάλων εταιριών-διανομέων και αποψιλώνοντας το ζωογόνο public domain. Ο παθιασμένος πεσιμιστής Lessig κοίταζε πέρα από το pastoral κι έβλεπε μια κλειδωμένη βιβλιοθήκη.
Άφησε την ακαδημαϊκή ηρεμία του Χάρβαρντ το '99, για να μεταφέρει το πρότζεκτ του στο κέντρο της δράσης, το Silicon Valley. Χτίζοντας πάνω στην ιδέα του "Code" και ποντάροντας στην αναδυόμενη μόδα του ανοικτού κώδικα, ίδρυσε το Creative Commons - ένα εναλλακτικό σύστημα διαχείρισης πνευματικής ιδιοκτησίας. Σύντομα αναδείχθηκε σε καθοδηγητή του free culture movement και σε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες ακαδημαϊκές φωνές του παγκόσμιου geekdom. Το κύρηγμα του άγγιξε πολύ κόσμο, όχι όμως και το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, όπου το 2002 έχασε την "υπόθεση της ζωής" του - και μαζί την ευκαιρία να φέρει το Μίκυ Μάους στο public domain. Για ανθρώπους σαν το Lessig όμως, όσο πιο γερό έιναι το χαστούκι, τόσο μεγαλύτερο είναι και το πάθος με το οποίο επιστρέφουν στο σκοπό. Ξέρει ότι δεν είναι ούτε ιδιαίτερα χαρισματικός, ούτε αρκετά έμπειρος στρατηγός (σύχνα γκρεμίζει γέφυρες που θα 'πρεπε να χτίζει), μα ο ενθουσιασμός με τον οποίο συνεχίζει να ρεμιξάρει το ατελές όραμά του είναι ανεξάντλητος - και ελαφρώς μεταδοτικός.
Διαβάστε ας πούμε τις εντυπώσεις του από το πρόσφατο ταξίδι στο Αντι-Νταβός του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ - ο ενθουσιασμός του τινέιτζερ που μόλις έχει επιστρέψει από το πρώτο του φεστιβάλ. Όχι ότι ήταν ασήμαντη η σύναξη στο Πόρτο Αλέγκρε. Ήταν εκεί κι ο Barlow, ήταν εκεί ο σπουδαίος Manuel Castells, ήταν εκεί κι ο Gilberto Gil - υπουργός πολιτισμού πλέον στην κυβέρνηση Lula και θιασώτης του CC. Και βέβαια ήταν εκεί ένα σωρό ονειροπόλοι CCommonistas, που ζούσαν τη δική τους ουτοπία: gigaflops υπολογιστικής ισχύος στιβαγμένα μέσα σε σκηνές, καλώδια στο χώμα, μουσικές και μπόλικη πνευματική φασαρία - η κουλτούρα του ρεμίξ στο δικό της συναινετικό pastoral, το "Γούντστοκ χωρίς τη λάσπη," η κακοφωνία της Δημοκρατίας και άλλες ωραίες υπερβολές. Μια γερή, γερή τζούρα ιδεαλισμού, που μπορεί να σε συγκινήσει, μπορεί να σε εκνευρίσει, αλλά δε μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο.
(Ενόσω συνέτασσα αυτό το σεντόνι, η νέα brand manager του Reality Tape και ζωντανό googlebot, Michiyo Yamashita, με ενημέρωσε ότι είχαμε "good press" πίσω στην πατρίδα - την πίστεψα όταν το διάβασα και στης eve. Ο Νίκος Δήμου - απ' τους πρώτους ταξιδιώτες του δικού μας, πιο σεμνού ιντερνετικού pastoral - μοιάζει σε πολλά με τους πρωταγωνιστές αυτού του post. Δεν είναι πάντα στη "σωστή" όχθη της ιστορίας - η ομάδα τους συχνότερα χάνει παρά κερδίζει. Δηλώνουν πεσιμιστές, αλλά ακτινοβολούν ενθουσιασμό. Κι όσο μεγαλώνουν, τόσο πιο νέοι φαίνονται. Gratias tibi ago, sextus!)
[Συνέχεια]